Άρθρο του Αναπληρωτή Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, κ. Γιώργου Κουμουτσάκου, στην εφημερίδα “Καθημερινή”.
«Από αμνημονεύτων χρόνων η Ευρώπη έχει βρεθεί αντιμέτωπη με το Ανατολικό Ζήτημα. Η ουσία του προβλήματος αυτού είναι αμετάβλητη. Συνίσταται στη σύγκρουση, κυρίως στα εδάφη της νοτιοανατολικής Ευρώπης, μεταξύ των συνηθειών, των ιδεών και των αντιλήψεων της Δύσης από τη μία πλευρά και εκείνων της Ανατολής από την άλλη. Αν και ενιαίο ως προς τον πυρήνα του, το Ανατολικό Ζήτημα στην πορεία του χρόνου έχει λάβει διάφορες μορφές σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους».
Έτσι περιγράφει το Ανατολικό Ζήτημα ο Βρετανός ιστορικός και πολιτικός Sir John A. R. Marriott στο κλασικό σύγγραμμά του «Το Ανατολικό Ζήτημα. Μια μελέτη στην Ευρωπαϊκή διπλωματία»1. Ο ορισμός αυτός του Ανατολικού Ζητήματός, αν και διατυπωμένος έναν αιώνα πριν, προσφέρει ένα διαχρονικό εργαλείο κατανόησης των εξελίξεων στη περιοχή μας.
Η μακρόσυρτη διαδικασία συρρίκνωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο γεωπολιτικός της αντίκτυπος αποτέλεσαν έως και τις αρχές του 20ουαιώνα το επίκεντρο του Ανατολικού Ζητήματος. Η πτώση της Αυτοκρατορίας και η σύσταση του σύγχρονου τουρκικού κράτους το 1923 επισφραγίστηκαν με τις εδαφικές και άλλες ρυθμίσεις της Συνθήκης της Λωζάννης. Έκλεισε τότε ένα μεγάλο κεφάλαιο του Ανατολικού Ζητήματος.
Η σύγχρονη Τουρκία υλοποιώντας το κεμαλικό όραμα προσδέθηκε πρωτίστως στρατηγικά και δευτερευόντως πολιτικά και πολιτιστικά, στην Ευρώπη και στη Δύση. Σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Τουρκία για πολλές δεκαετίες έπαψε να είναι μέρος του ευρύτερου Ανατολικού Ζητήματος όπως το ορίζει ο Sir J.A.R Marriott.
Ωστόσο, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, η Τουρκία υπό την ηγεσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε μια ιδεολογική και πολιτική παλινδρόμηση, αναθεωρεί προηγούμενες στρατηγικές της επιλογές και κατευθύνσεις.
Προχωρεί όλο και βαθύτερα στον κόσμο του Ισλάμ. Αμφισβητεί συστηματικά τις ρυθμίσεις της Συνθήκης της Λωζάννης, επιδιώκοντας τον τερματισμό της, αδιαφορώντας για το ότι η Συνθήκη αυτή είναι η βάση της σταθερότητας και της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η Άγκυρα ακολουθεί μια νεοοθωμανικής έμπνευσης στρατηγική για να προβάλει την ισχύ, την παρουσία και την επιρροή της σε πρώην οθωμανικά εδάφη, από τη Συρία έως τη Λιβύη και από την Κύπρο έως τον Καύκασο, περνώντας βεβαίως από το Αιγαίο.
Έτσι η «ερντογανική» Τουρκία υπό την ενός ανδρός αρχή, αποκλίνει σταθερά από τη Δύση. Σε μια ανάστροφη κατεύθυνση από ότι στις αρχές του 20ου αιώνα, πρωταγωνιστεί στο νέου Ανατολικό Ζήτημα. Αντί της οθωμανικής συρρίκνωσης επιχειρείται νέο-οθωμανική επέκταση. Κινείται από την ιστορική άμπωτη στη στρατηγική της παλίρροιας. Υπό το πρίσμα αυτό, η προσπάθεια μαζικής και παράνομης διέλευσης των συνόρων στον Έβρο τον περασμένο Μάρτιο δεν ήταν ένα απλό επεισόδιο. Ήταν μια έμμεση μεν, σαφής δε αντιπαράθεση Ανατολής και Δύσης επάνω στα ελληνικά και ευρωπαϊκά σύνορα. Η επικίνδυνη απόπειρα απετράπη από τη σθεναρή αντίδραση της Ελλάδας με ευρωπαϊκή συμπαράσταση. Αυτό όμως δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε υποβάθμιση της σημασίας που είχε εκείνη η απόπειρα εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού.
Η πολιτική της «Γαλάζιας Πατρίδας», που, αγνοώντας το διεθνές δίκαιο, επίμονα προβάλλει η Τουρκία έναντι της Ελλάδας, της Κύπρου και άλλων κρατών της Ανατολικής Μεσογείου, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, είναι η έμπρακτη έκφραση της αναθεωρητικής της στρατηγικής. Μιας στρατηγικής που, πέραν όλων των άλλων, παρεμποδίζει χρήσιμες για την Ευρώπη ενεργειακές εξελίξεις. Επιπλέον, η εκτός ΝΑΤΟ προμήθεια του ισχυρού οπλικού συστήματος S-400 είναι μία ακόμα έκφραση της επιθυμίας στρατηγικής αυτονόμησης.
Ευρώπη και Αμερική καλούνται να διαχειριστούν το «τουρκικό πρόβλημα» ως μία νέα σοβαρή διάσταση του Ανατολικού Ζητήματος στον 21ο αιώνα.
Η παράγραφος 35 των συμπερασμάτων του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερη: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιδιώξει να συντονιστεί στα θέματα που αφορούν την Τουρκία και την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο με τις ΗΠΑ». Στην προοπτική αυτή το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έδωσε στον Ύπατο Εκπρόσωπο κ. Μπορέλ δυο εντολές: (α) Να προετοιμάσει έκθεση και προτάσεις πολιτικής έναντι της Τουρκίας, (β) Να προωθήσει την πρόταση πολυμερούς διασκέψεως για την Ανατολική Μεσόγειο.
Την ίδια ώρα που η Ε.Ε. καταδίκαζε πολιτικά τη συμπεριφορά της Τουρκίας, οι ΗΠΑ αποφάσιζαν την επιβολή κυρώσεων με αναστολή παράδοσης αμυντικού υλικού και τεχνογνωσίας στη Νατοϊκή σύμμαχό τους, ακριβώς γιατί αυτή αγνόησε βασικές στρατηγικές επιλογές της Συμμαχίας. Οι δικαιολογημένες αυτές κυρώσεις προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις στην Τουρκία και βαριά ατμόσφαιρα στη Συμμαχία. Επιδεινώθηκε έτσι το ήδη αρνητικό κλίμα από τα δύο επεισόδια μεταξύ του τουρκικού πολεμικού ναυτικού και των ναυτικών δυνάμεων Γαλλίας και Γερμανίας στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ειρήνη» που επιτηρεί το εμπάργκο όπλων προς τη Λιβύη. Διαχρονική ένταση όμως δημιουργεί η Τουρκία και με την πολιτική της έναντι ενός ακόμα νατοϊκού συμμάχου, της Ελλάδας, την οποία απειλεί με πόλεμο, εάν ασκήσει τα νόμιμα και προβλεπόμενα από το Διεθνές Δίκαιο δικαιώματά της.
Οι ανησυχητικές ρωγμές που επιφέρει η Τουρκία στη συνοχή της Ατλαντικής Συμμαχίας είναι περισσότερο από εμφανείς.
Τι μέλλει γενέσθαι; Ποια πολιτική θα πρέπει να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Ελλάδα, ως άμεσα θιγόμενος σύμμαχος, έναντι της Τουρκίας;
Η στάση της Ε.Ε., λόγω και των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων στην Τουρκία, χαρακτηρίζεται από αμηχανία, καθώς επιδιώκει αφενός να ανασχέσει τη γεωπολιτική βουλιμία της Τουρκίας, αφετέρου να μην την εξωθήσει σε αποσύνδεση από τη Δύση. Από ανάλογη λογική «μαστίγιου και καρότου» εμφορείται και η πολιτική των ΗΠΑ.
Στην πρόσφατη ομιλία μου στη Βουλή κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού έθιξα τους προβληματισμούς αυτούς και υποστήριξα ότι η Δύση, Ευρωπαϊκή Ένωση και ΗΠΑ, θα πρέπει πρώτα να ανασχέσουν την επικίνδυνα αποσταθεροποιητική πολιτική της Τουρκίας και μετά να προχωρήσουν σε θετική ατζέντα συνεργασίας, με ισχυρή αιρεσιμότητα και αυστηρά προαπαιτούμενα και προϋποθέσεις.
Με άλλα λόγια, η πολιτική της Δύσης έναντι της Τουρκίας δεν μπορεί παρά να βασίζεται στο τρίπτυχο «ανάσχεση, διάλογος, συνεργασία».
Αυτήν την κατεύθυνση ακολουθεί και η ελληνική εξωτερική πολιτική, όπως εφαρμόζεται από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Μια πολυδιάστατη πολιτική που συνδυάζει διπλωματική και στρατιωτική αποτροπή με τρεις κύριες στοχεύσεις: (α) να αντιμετωπίσει και να περιορίσει τις έκνομες και επιθετικές ενέργειες της γειτονικής χώρας, (β) να προετοιμάσει στη βάση του διεθνούς δικαίου και των συνθηκών, έναν σαφώς οριοθετημένο διάλογο εκκινώντας από τις διερευνητικές επαφές και (γ) να συμβάλει στην αποκατάσταση μιας ωφέλιμης διμερούς συνεργασίας με σεβασμό των σχέσεων καλής γειτονίας.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει διάρκεια στην ύφεση. Όχι μικρό διάλειμμα στην ένταση. Όχι εκβιασμούς, απειλές και καταπάτηση δικαιωμάτων.
Στην ηγεσία της γειτονικής χώρας εναπόκειται να αντιληφθεί ότι η ανακίνηση ενός νέου τύπου Ανατολικού Ζητήματος καθώς και η αντιπαράθεσή της με την Δύση δεν πρόκειται να λειτουργήσουν προς όφελος της, όσους πόντους εσωτερικής δημοφιλίας και εάν αποφέρουν πρόσκαιρα στους εμπνευστές της αναθεωρητικής στρατηγικής.
1The Eastern Question, An Historical Study in European Diplomacy, by J.A.R. Marriott, Clarendon Press, Oxford, 1917