Ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κ. Νότης Μηταράκης, έλαβε τον λόγο εκ μέρους 7 ευρωπαϊκών χωρών στη Γ.Σ. του ΟΗΕ και παρουσίασε την Κοινή Δήλωση επεξήγησης της θετικής τους ψήφου στην Έκθεση Προόδου για το Παγκόσμιο Σύμφωνο Μετανάστευσης, στο πλαίσιο του Πρώτου Διεθνούς Φόρουμ Επισκόπησης της Μετανάστευσης, που διεξήχθη στη Νέα Υόρκη.
Τα βασικά στοιχεία της Κοινής Δήλωσης που συνυπέγραψαν η Ελλάδα και άλλες έξι ευρωπαϊκές χώρες (Δανία, Λιθουανία, Μάλτα, Ολλανδία, Νορβηγία και Ηνωμένο Βασιλείο), είναι “ο διαχωρισμός νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης, η προστασία των συνόρων, η καταδίκη της εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού, η καταπολέμηση των λαθροδιακινητών και η υποχρέωση επιστροφών”.
Non Paper
Στη Διακήρυξη γίνεται λόγος για τις ευκαιρίες που προσφέρει η τακτική μετανάστευση αλλά και τις προκλήσεις της παράνομης, αναγνωρίζοντας τη θετική συνεισφορά που μπορεί να έχει η μετανάστευση στη βιώσιμη ανάπτυξη σε παγκόσμιο, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Υπογραμμίζει, ταυτόχρονα, την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της παράνομης μετανάστευσης, δημιουργώντας ευνοϊκότερες πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες για τους πολίτες.
Επιπλέον, οι 7 χώρες τονίζουν ότι “έχουμε δει τις συνεχείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και των φυσικών καταστροφών. Είδαμε, και βλέπουμε ακόμα, την εξευτελιστική εργαλειοποίηση των μεταναστών στα διεθνή σύνορα. Βλέπουμε πώς οι πολιτικές κρίσεις και οι πόλεμοι, συμπεριλαμβανομένης της απρόκλητης και της αδικαιολόγητης ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία, προκαλεί ζημιά σε χώρες, κοινωνίες και μετανάστες και υπονομεύουν τον κοινό μας στόχο για ασφαλή, τακτική και νόμιμη μετανάστευση.
Με την ψήφο τους, τα 7 κράτη, τονίζουν τη σημασία εστίασης στην προώθηση της ασφαλούς και εύτακτης μετανάστευσης αλλά και την πρόληψη της παράνομης. Διευκρινίζεται, μάλιστα, ότι όλες οι αποφάσεις που παίρνουν την νομική οδό, εναπόκεινται στην αποκλειστική διακριτική ευχέρεια των ενδιαφερομένων κρατών. Ως εκ τούτου, τα κράτη έχουν την αποκλειστική εξουσία να κάνουν διάκριση μεταξύ τακτικών και παράνομων μεταναστών εντός της κυρίαρχης δικαιοδοσίας τους.
Η Διακήρυξη, αναγνωρίζει την αναγκαιότητα συνεργασίας των κρατών για την προστασία των συνόρων υπό την προϋπόθεση να γίνεται με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και υπογραμμίζει την ανάγκη καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, της λαθρεμπορίας και της εμπορίας ανθρώπων, μέσω της διεθνούς συνεργασίας. Στο σημείο αυτό, αναγνωρίζεται το δικαίωμα στα κράτη να εφαρμόζουν το εθνικό ποινικό δίκαιο για εκείνους που έχουν διαπράξει αδίκημα λαθρεμπορίας ανθρώπων. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην υποχρέωση προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προστασίας των ανηλίκων, διευκρινίζοντας ότι η στέρηση της ελευθερίας των παιδιών μεταναστών πρέπει να είναι μέτρο έσχατης ανάγκης και να εφαρμόζεται μόνο όταν συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, για τον καθορισμό του μεταναστευτικού καθεστώτος και την πρόληψη της εμπορίας παιδιών.
Τέλος, έμφαση δίδεται στην υφιστάμενη υποχρέωση όλων των κρατών να υποδέχονται δεόντως και να δέχονται πίσω τους υπηκόους τους που δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να παραμείνουν αλλού, εθελοντικά ή με άλλον τρόπο, με πλήρη σεβασμό του δικαιώματος των πολιτών, να επιστρέφουν στην χώρα τους όποτε χρειαστεί, τονίζοντας τη σημασία της επανένταξης, καθώς αποτελεί βασικό στοιχείο ενός εύρυθμου παγκόσμιου μεταναστευτικού συστήματος.